Μια νέα έρευνα έρχεται να μιλήσει στη ψυχούλα μας. Τα ποσοστά του άγχους και της κατάθλιψης μεταξύ των μεταπτυχιακών και των διδακτορικών φοιτητών είναι τουλάχιστον έξι φορές μεγαλύτερα απ’ότι στο γενικό πληθυσμό.
Πιο αναλυτικά, τέσσερις στους δέκα αισθάνονται μικρότερη ή μεγαλύτερη ψυχική πίεση, σύμφωνα πάντα με την έρευνα που πραγματοποίησε το Κέντρο Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Σαν Αντόνιο με επικεφαλή τη νευροεπιστήμονα Τερέζα Έβανς.
Στην έρευνα συμμετείχαν 2.279 φοιτητές από 234 πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα 26 χωρών (90% υποψήφιοι για PhD και 10% για master’s) και σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 41% αισθάνεται μέτριο έως σοβαρό άγχος, το 39% έχει συμπτώματα μέτριας έως σοβαρής κατάθλιψης, έναντι έναντι ποσοστού περίπου 6% στο γενικό πληθυσμό.
Τα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης είναι μεγαλύτερα στις νέες από ό,τι στους νέους: 43% και 41% αντίστοιχα έναντι 34% και 35%.
Οι ερευνητές έκαναν λόγο για ανησυχητικά ευρήματα που και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη σοβαρότητα του προβλήματος και την παγκόσμια διάστασή του.
Η Τερέζα Έβανς τόνισε πως τα Πανεπιστήμια πρέπει να πάρουν σοβαρά το ζήτημα και να παρέχουν στους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές την εκπαίδευση και την υποστήριξη που θα τους βοηθήσει να διαχειριστούν το άγχος τους, το οποίο προκύπτει από τη δυσκολία τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις, αλλά και του περιορισμού ελεύθερου χρόνου.
Οι περισσότεροι μεταπτυχιακοί φοιτητές (το 55%) δήλωσαν ότι δεν μπορούν να πετύχουν μια καλή ισορροπία ανάμεσα στην εργασία τους (σπουδές) και στην προσωπική ζωή τους.
Όχι ότι θα αλλάξει τίποτα, αλλά μετά να μην απορούμε για τις συνέπειες που έχουν προκύψει απ’το άγχος και την κατάθλιψη. Οι σημερινοί νέοι ζορίζονται και αγχώνονται πολύ νωρίς σε σχέση με προηγούμενες γενιές.